Monday, October 25, 2010

Γιορτάζω, γιορτάζεις, γιορτάζει, γιορτάζουμε……

Πόσο συχνά βρίσκουμε αφορμές για να γιορτάσουμε στο γραφείο; Όταν βγάλουμε μια ωραία δουλειά στον αέρα, όταν πάρουμε ένα new business και συνήθως όταν πλησιάζουν τα Χριστούγεννα. Όταν είναι μια γιορτή που αφορά όλους μας.

Και τι γίνεται στην περίπτωση της γιορτής που αφορά τον ένα? Στην ονομαστική γιορτή? Στα γενέθλια? Θυμάμαι όταν πηγαίναμε σχολείο πόσο διαφορετική μας φαινόταν η μέρα όταν παίρναμε μαζί μας το κουτί με τα γλυκά. Γυρίζαμε όλη την τάξη για να κεράσουμε και μέσα σε λιγότερο από δέκα λεπτά είχαμε καταφέρει να μαζέψουμε περί τα 30 Χρόνια Πολλά, να πασαλείψουμε 30 παιδιά με σοκολάτα, να ψιλοδιαλύσουμε την ώρα του μαθήματος και να γίνουμε πρωταγωνιστές της ημέρας.

Την προηγούμενη εβδομάδα είχαμε δύο συνάδελφοι γενέθλια την ίδια μέρα. Και είπαμε. Όχι σήμερα δεν θα αφήσουμε τα γλυκά δίπλα στους καφέδες, όπου ο καθένας πηγαίνει, κερνιέται και ξεχνάει να σου πει και τα χρόνια πολλά. Η ιδέα του κεράσματος δεν είναι το φαγητό, είναι η συμμετοχή, η ευκαιρία για συμμετοχή στη γιορτή. Τα τελευταία χρόνια το κέρασμα έχει καταντήσει μια τυπική διαδικασία κι έχουμε ξεχάσει τη γιορτή.

Αν σκεφτεί κανείς πόσες ώρες περνάμε στο γραφείο κάθε μέρα, κάθε εβδομάδα, κάθε χρόνο, συνειδητοποιεί πόσο σημαντική είναι η σχέση με τους συναδέλφους. Τολμώ να πω σχεδόν οικογενειακή. Κοιτάζοντάς το από την ποσοτική του πλευρά είναι σίγουρο ότι βλέπω τον άντρα μου και τα παιδιά μου πολύ λιγότερο απ’ότι βλέπω τους συναδέλφους. Οι συνάδελφοι έχουν κάθε μέρα πολύ σημαντικό ρόλο στη ζωή μας. Μ’αυτούς γελάμε, μ’αυτούς υποφέρουμε, μ’αυτούς τσακωνόμαστε, μ’αυτούς δημιουργούμε. Ε, δεν είναι απόλυτα φυσιολογικό και μ’αυτούς να γιορτάσουμε?

Είπαμε λοιπόν: σήμερα θα κάνουμε ένα μικρό πάρτι. Μια μισάωρη διακοπή από τη καθημερινότητα. Θα φάμε πίτσες, θα πιούμε κοκακόλες, θα φιληθούμε και θα πούμε για ένα μισαωράκι τις βλακείες μας. Κι όλο αυτό δεν θα γίνει σε αίθουσα. Θα δεχτούμε τους φίλους και συναδέλφους εκεί που είναι το σπίτι της δουλειάς μας, στο γραφείο μας. Ήρθαν όλοι. Όλοι όσοι μοιράζονται αυτές τις σκέψεις, ακόμη κι αν δεν τις έχουν εκφράσει ποτέ.

Και το γιορτάσαμε. Περάσαμε όμορφα. Δεν ξεσαλώσαμε. Φυσικά. ‘Ηταν μεσημέρι, ήταν μεσοβδόμαδο και οι δουλειές έτρεχαν. Όμως κάναμε κάτι διαφορετικό. Αλλάξαμε την καθημερινότητα. Και δώσαμε ένα προσωπικό τόνο σ’έναν χώρο δουλειάς. Η Βίκη κι εγώ ζήσαμε την ιδιαιτερότητα της μέρας και οι φίλοι και συνάδελφοι έκαναν ωραίο break.
Θα το ξανακάνουμε στην επόμενη ευκαιρία. Μια αισιόδοξη στάση κόντρα στη μιζέρια, τη γκρίνια και την παραφιλολογία.

Εξάλλου μία τέτοια μέρα ανήκει στον καθένα μας. Πρέπει να τη γιορτάζουμε. Ειδικά μέσα στο γραφείο.

Αυτή η μέρα είναι δική σας. Χαρείτε τη.

Κατερίνα Βλαχοπούλου
Executive Account Director

Monday, October 18, 2010

Αλήθεια ή ψέματα?




Πάντα αναρωτιόμουν, οι διαφημιστές πιστεύουν (σε) αυτό που κάνουν? Τα έργα τους είναι αληθοφανή, αλλά είναι και αληθινά? Ως δημιουργοί γνωρίζουν την αλήθεια(ή όχι πάντα); Ως καταναλωτές πιστεύουν, πείθονται ή απλά καταναλώνουν και αν είναι έτσι ποιο είναι το κριτήριο της επιλογής τους?
Από την άλλη, οι καταναλωτές μήπως δεν πιστεύουν κατά βάθος στη διαφήμιση? Έχουν γίνει καχύποπτοι ή (και ) την απορρίπτουν συνολικά?
Τελικά, μήπως μας ευχαριστεί να ξεγελιόμαστε?
Οι διαφημίσεις επιθυμούν να γοητεύσουν ή τελικά το κοινό αφήνει να γοητευθεί και να παρασυρθεί από το εκάστοτε μήνυμα? Πόσο εύκολο είναι να εξαπατήσει κανείς το κοινό ή και πόσο αρέσει στο κοινό να ξεγελιέται?
Που τελειώνει η αλήθεια και ξεκινά το ψέμα ? και πόσο τελικά ξέρουμε να ξεχωρίζουμε τα όρια? αν ξέρουμε καθόλου…
Δεν πάει πολύ καιρός τώρα που στα χέρια μου έπεσε ένα εκπληκτικό βιβλίο «Η κουλτούρα των Μαζικών Μέσων» του διάσημου Γάλλου φιλόσοφου και κοινωνιολόγου Ζαν Μποντριγιάρ, ενός από τους πιο γνωστούς μεταμοντέρνους διανοητές. Σε αυτό βρήκα προκλητικές αλήθειες ή ψέματα (εσείς θα κρίνετε) που θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας. Ο Μποντριγιάρ αναφέρει χαρακτηριστικά:
Η διαφήμιση είναι το κατεξοχήν βασίλειο του ψευδο-γεγονότος. Κάνει το αντικείμενο γεγονός . Στην πραγματικότητα το «κατασκευάζει» ως γεγονός απαλείφοντας τα αντικειμενικά χαρακτηριστικά του. Το «κατασκευάζει» ως μοντέλο, ως «θεαματική» μικροείδηση.
Οι διαφημιστές είναι χειριστές-θαυματοποιοί: σκηνοθετούν, μυθολογούν το αντικείμενο ή το γεγονός. Το παραδίδουν μεθερμηνευμένο, οριακά το κατασκευάζουν επί τούτου.
Σαν άλλος λύτης στο σταυρόλεξο της εικόνας και του λόγου που λέγεται διαφήμιση, ο Μποντριγιάρ θέτει μια νέα βάση θεώρησής της Ισχυρίζεται ότι αν θέλουμε να κρίνουμε αντικειμενικά τη δουλειά των διαφημιστών, θα πρέπει να τους υποβάλουμε στις κατηγορίες του μύθου΄ και αυτός δεν είναι ούτε αληθής, ούτε ψευδής, και το ερώτημα δεν είναι αν τον πιστεύει ή δεν τον πιστεύει κανείς.
Το όλο φαινόμενο της διαφήμισης κατά τον ίδιο δεν στηρίζεται σε κάποια αμοιβαία διαστροφή, κυνική χειραγώγηση ή συλλογικό μαζοχισμό μεταξύ διαφημιστών και κοινού.
Η αλήθεια είναι ότι η διαφήμιση δεν μας ξεγελάει: βρίσκεται πέρα από το αληθές και το ψευδές, όπως η μόδα βρίσκεται πέρα από το ωραίο και το άσχημο, όπως το μοντέρνο αντικείμενο στη λειτουργία του, βρίσκεται πέρα από το χρήσιμο και το άχρηστο.
Το πρόβλημα της «φιλαλήθειας» της διαφήμισης θα πρέπει να τεθεί ως εξής: αν οι διαφημιστές ψεύδονταν αληθινά, θα ήταν εύκολο να ξεσκεπαστούν. Όμως δεν το κάνουν. Προσοχή:αυτό δεν συμβαίνει επειδή είναι πολύ έξυπνοι για κάτι τέτοιο΄ αλλά επειδή «η τέχνη της διαφήμισης συνίσταται κυρίως στην επινόηση πειστικών παρουσιάσεων που δεν είναι ούτε αληθείς ούτε ψευδείς (Ντάνιελ Μπούρστιν, αμερικανός ιστορικός).
Κι αυτό οφείλεται στον απλό λόγο ότι δεν υπάρχει πια ούτε πρωτότυπο, ούτε πραγματικό αναφερόμενο, κι ότι, όπως οι μύθοι και οι μαγικές επικλήσεις, η διαφήμιση θεμελιώνεται σ’ έναν άλλο τύπο επαλήθευσης-εκείνον της «sell fulfilling prophecy». Ο επιτυχημένος διαφημιστής είναι ο κύριος μιας νέας τέχνης: της τέχνης που κάνει τα πράγματα αληθινά δηλώνοντας πως έτσι είναι. Είναι ένας μύστης της τεχνικής των αυτοεκπληρωνόμενων προφητειών».
Η διαφήμιση είναι λόγος προφητικός στο βαθμό που δεν προσφέρει κατανόηση ούτε πληροφόρηση αλλά ελπίδα. Αυτό που λέει δεν προϋποθέτει μια προηγούμενη αλήθεια(εκείνη της αξίας χρήσης του αντικειμένου) αλλά μια εκ των υστέρων επιβεβαίωση από την πραγματικότητα.
Εδώ έγκειται η αποτελεσματικότητά της. Κάνει το αντικείμενο ψευδογεγονός προορισμένο να γίνει το πραγματικό γεγονός της καθημερινής ζωής μόλις ο καταναλωτής αποδεχτεί το λόγο της.
Οι εκφράσεις «Μια καλύτερη μπύρα»(από τι?), «με τον πιο αυθεντικό καπνό» (με ποια κριτήρια;), δεν παραπέμπουν παρά σε κάτι προφανές. Τι άλλο υπάρχει (εκεί πέρα) παρά καθαρή ταυτολογία και απόδειξη δια του υπάρχοντος.
Ουσιαστικά γίνεται η τεχνητή σύνθεση της αλήθειας: Το χ απορρυπαντικό πλένει πιο λευκά δεν είναι μια φράση, αλλά ο λόγος του απορρυπαντικού. Αυτός και οι άλλες διαφημιστικές συντάξεις δεν εξηγούν, δεν προτείνουν κάποιο νόημα, δεν είναι επομένως ούτε αληθείς ούτε ψευδείς αλλά εξαλείφουν ακριβώς το νόημα και την απόδειξη. Βάζουν στη θέση του μια οριστική χωρίς περιστροφές: Έτσι Είναι! και την επαναλαμβάνουν προστάζοντάς σε να την πιστέψεις ή τουλάχιστον αποδεχτείς.
Συνεπώς κάθε φορά που αγοράζουμε, που καταναλώνουμε στην πραγματικότητα δεν κάνουμε τίποτα άλλο από το να επικυρώνουμε τον μύθο… πολύ κοντά δεν νομίζετε?
Και αν όλα αυτά είναι αλήθεια, μήπως να αντιμετωπίσουμε την επόμενη διαφήμιση σαν έναν μαγικό Μύθο…

Αφροδίτη Λιουδάκη
Account Supervisor

Monday, October 11, 2010

"Ανακρίνοντας" τον πελάτη!



Έβλεπα τις προάλλες την κλασσική ταινία του Θανάση Βέγγου «Πολυτεχνίτης και Ερημοσπίτης (1963)» και με βάση μία σκηνή όπου κάνει τον σερβιτόρο σε ένα μαγειρείο ,κάθισα και σκέφτηκα πόσα λάθη κάνουμε – και εμείς σας άνθρωποι της επικοινωνίας - προσπαθώντας να αναγνωρίσουμε τα θέλω του πελάτη.

Έρχεται ο πελάτης με την πείνα του να χτυπάει κόκκινα και το μόνο που κάνουμε είναι να τον παραπέμπουμε στον κατάλογο. Χρειάζεται πολύ δουλειά μέχρι να φτάσουμε εκεί. Πρέπει να τον ρωτήσουμε αν προτιμάει κρέας, ψάρι ή λαχανικά. Του αρέσουν οι λευκές, οι κόκκινες σάλτσες, ή προτιμάει τα στεγνά φαγητά? Με τι θα συνοδεύσει το φαγητό του? Τι ταιριάζει για επιδόρπιο? Χρειάζεται γνώση, υπομονή, εμπειρία, χαμόγελο και ταχύτητα!

Στο δικό μας χώρο τώρα, ο πελάτης έρχεται σε εμάς, γιατί χρειάζεται έναν ειδικό, ο οποίος έχει τον τρόπο:
- να μπει μέσα στο μυαλό του,
- να αναγνωρίσει τα ζητούμενά του,
- να αξιολογήσει τα ζητούμενα με τα χρήματα τα οποία έχει να διαθέσει,
- να οργανώσει σωστά την παραγωγή και επικοινωνία τους,
- να παρακολουθήσει την πορεία τους και τελικά να διορθώσει τα κακός κείμενα για να έχει επιτυχία η επικοινωνία αυτή.
Έτσι, και στη δική μας περίπτωση σίγουρα χρειάζεται γνώση, υπομονή, εμπειρία, χαμόγελο και ταχύτητα για να κάνουμε σωστά τη δουλειά μας. Είμαστε σίγουροι όμως πως έχουμε όλα τα παραπάνω όταν ανακρίνουμε τον πελάτη μας?
- Γνωρίζουμε σωστά την αγορά και το προϊόν?
- Έχουμε την υπομονή, όσο χρόνο και αν πάρει, να αναδείξουμε το ζητούμενο που έχει στο μυαλό του?
- Έχουμε την εμπειρία να τον οδηγήσουμε σωστά?
- Έχουμε αληθινά καλή διάθεση να τον βοηθήσουμε?
- Όλα αυτά μπορούμε να τα κάνουμε στους επιθυμητούς χρόνους?

Ας πάρουμε λοιπόν λίγο χρόνο να σκεφτούμε πως κάνουμε τη δουλειά μας, γιατί πιστεύω πως όλοι θα αναγνωρίσουμε λάθη τα οποία πρέπει να διορθώσουμε, για να μπορούμε να λέμε πως είμαστε ειδικοί στην επικοινωνία και όχι απλά σερβιτόροι.

Υ.Γ. Ο πελάτης έχει πάντα δίκιο, γιατί απλά εμείς δεν καταφέραμε να τον πείσουμε για το αντίθετο!

http://www.youtube.com/watch?v=V2WUEIK4Nhk

Monday, October 4, 2010

Το στερνό αντίο..

Είναι από αυτές τις φορές που ενώ διαδραματίζονται καταστάσεις γύρω σου, εσύ τις αντιμετωπίζεις λες και δεν πρόκειται να συμβούν ποτέ σ’ εσένα. Προβληματίζεσαι, απορείς, συμπάσχεις, συμβουλεύεις…αλλά πάντα μόνο για τους άλλους! Γιατί πολύ απλά δεν πρόκειται να συμβεί σ’ εσένα. Έλα όμως που δεν τι γλιτώνεις και τότε αρχίζουν τα ωραία!
Μια στενή σχέση χρόνων έλαβε επίσημα τέλος. Δημόσιοι Χώροι & Τσιγάρο.
Ήταν ένα σοκ το οποίο θα το χαρακτηρίσω παρόμοιο με όταν καταργήθηκε το κάπνισμα στα αεροπλάνα, το στρες του ταξιδιού θα ήταν πια διπλό – πόσο μάλλον το στρες του γραφείου! Δε φτάνει που θα δουλεύω, δεν θα καπνίζω και από πάνω. Και κάπνιζα μανιωδώς αρκετά χρόνια. Κάτω από απορροφητήρες, σε μικροσκοπικούς θαλάμους αερίων στα αεροδρόμια, στις τουαλέτες του ΕΛ.ΒΕΝ., μεσοπέλαγα πάνω σε sleeping bag, σε πίστες σκι (δεν είμαι από αυτές που αγχώνονται να πάνε γρήγορα βλέπεις), κάτω από το τραπέζι, πίσω από πλάτες, σε προαύλια εκκλησιών, σε μπαλκόνια νοσοκομείων, πάνω σε μηχανές, μέσα στη νύχτα σαν το φάντασμα, με το που άνοιγα τα μάτια το πρωί, στη μέση του φαγητού επειδή ήταν δείπνο τριών πιάτων και το έβλεπα να πηγαίνει μακριά η ιστορία μέχρι να φτάσουμε στο μυθικό τσιγάρο μετά το φαγητό. Καφές, τσιγάρα, υπολογιστής, αυτό ήταν η Αγία Τριάδα μου και θα μπορούσα να το πάω έτσι στον αιώνα τον άπαντα. Αλλά πριν από μερικές μέρες, σηκώθηκα το πρωί, αγόρασα, όπως πάντα, δύο πακέτα (άγχος μήπως ξεμείνω) και πήγα και κλείστηκα για 8 ώρες σε ένα σεμινάριο μαζί με άλλους 10 «εθισμένους» για να το κόψω «λέει». Δυστυχώς, δεν μπορείς να καπνίζεις για πάντα, δεν είναι να λέμε τώρα όλους τους λόγους, τους ξέρετε από μόνοι σας πολύ καλά.
Τέλος πάντων, έχει έρθει η ώρα να σταματήσω να καπνίζω. Αν θέλεις να το κόψεις θα βρεις κάποιον τρόπο που θα σου ταιριάζει. Σε όποιον ρωτάει πάντως λέω ότι το προσπαθώ να το κόψω τρώγοντας, έτσι κι αλλιώς εφτά κιλά πάνω προφητεύουν όλες οι μαρτυρίες. Τώρα που σας γράφω αυτές τις γραμμές έχω πιεί πέντε λίτρα νερό (όλοι είπαν ότι βοηθάει), θέλω να φάω το πληκτρολόγιο και έχω εκδηλώσει κάποια νευράκια (έκατσα και αρχειοθέτησα όλα τα e-mail μου ένεκα ISO!).
Όμως λέω ότι είμαι σε καλό δρόμο. Τέρμα τα αγχωμένα τσιγάρα στο μπαλκόνι, τέρμα τα κοσμητικά επίθετα στα αναπάντεχα κύματα μεσοπέλαγα, τέρμα τα βρώμικα τασάκια, αντίο ωραία, λαχταριστά τσιγαράκια μου κατά τη διάρκεια των meetings, σε θυμάμαι τσιγαράκι να καίγεσαι στο τασάκι δίπλα στον υπολογιστή, στον καναπέ οι δυο μας ύστερα από μια μεγάλη μέρα, περάσαμε απίθανα, περάσαμε και χάλια, πάντως το φτάσαμε στα άκρα και τώρα είναι καιρός οι δρόμοι μας να χωρίσουν, θα σε αγαπώ για πάντα, αλλά δεν θα είμαστε μαζί ποτέ ξανά. Και αυτό είναι το δώρο που θα κάνω στον εαυτό μου φέτος. Αυτό και εφτά παραπανίσια κιλά.

Χαρά Κουγιουμιτζάκη – Account Director